Αλλά λόγια να αγαπιόμαστε | Η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ ΛΕΣΒΟΥ για την 6μηνη παράταση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ


Οι αντιδράσεις κομμάτων και φορέων σχετικά με την 6μηνη παράταση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ και τη σύνδεσή της με το προσφυγικό-μεταναστευτικό έφεραν την απάντηση από το γραφείο τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Λέσβου, το οποίο προχώρησε στον παρακάτω σχολιασμό:


«Οπως είναι γνωστό σε όλους και σε όλες, η δέσμευση της κυβέρνησης, η οποία μάλιστα έχει εκφραστεί απόλυτα από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, είναι η διατήρηση των μειωμένων συντελεστών του ΦΠΑ στα νησιά μας. Αυτό γίνεται και θα γίνεται συνεχώς πράξη, με κάθε τρόπο.
Δεν μπορούν όμως σήμερα να μιλάνε και να θεωρούν τους εαυτούς τους,  «τιμητές της νησιωτικότητας», αυτοί, που όταν έπρεπε, δεν φρόντισαν να κατοχυρώσουν την εξαίρεση των νησιών μας από το καθεστώς ΦΠΑ, όπως έγινε σε μερικές  άλλες νησιωτικές περιοχές της Ε.Ε.
Εξηγούμαστε: Αυτές οι εξαιρέσεις που ισχύουν σε κάποιες νησιωτικές περιοχές, ορίζονται ρητά, από την συνθήκη ένταξης του κράτους που ανήκουν, στην Ε.Ε..: Με αυτό τον τρόπο η Πορτογαλία κατάφερε, για  τις συναλλαγές που διεξάγονται στις αυτόνομες περιοχές των Αζορών και της Μαδέρας και για τις άμεσες εισαγωγές στις δύο αυτές περιοχές, να εφαρμόζει συντελεστές κατώτερους από εκείνους που εφαρμόζονται στην ηπειρωτική χώρα. Με τον ίδιο τρόπο, η Ισπανία  κατάφερε να εξαιρέσει τα Κανάρια νησιά., το ίδιο έκανε και η Ισπανία, αλλά και η Φιλανδία.
Με βάση τη συνθήκη ένταξης της Ελλάδας, που προφανώς δεν την υπόγραψε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, η μόνη περιοχή, που δεν ισχύουν οι οδηγίες της Ε.Ε. για τον ΦΠΑ,  είναι η περιοχή του Αγ. Ορους!  Αν λοιπόν, μερικοί ψάχνουν σήμερα ευθύνες, ας τις αναζητήσουν και σε αυτούς που πριν από δεκαετίες, υπόγραψαν την συνθήκη ένταξη της χώρας μας στην Ε.Ε.!

Οι ίδιοι «τιμητές της νησιωτικότητας» πρέπει να είναι, ιδιαίτερα προσεκτικοί, όταν αναφέρονται στη Γερμανία και στη «νήσο Ελινολάνδη» αλλά και στο νησί του Μαν στην Βρετανία. Τα συγκεκριμένα νησιά ΔΕΝ αποτελούν τμήμα του τελωνειακού εδάφους της Ε.Ε. (για αυτό το λόγο δεν εφαρμόζεται η οδηγία για τον ΦΠΑ). Εκτός βέβαια αν, η ΝΟΔΕ Λέσβου και όλοι οι άλλοι, θεωρούν ότι τα νησιά μας, ….ΔΕΝ πρέπει να αποτελούν, πλέον, «έδαφος της Ε.Ε», αλλά τότε αυτό πρέπει να το πουν καθαρά.

Αυτό που στην πραγματικότητα ίσχυε, για μερικά από τα νησιά της χώρας μας ήταν η πρόβλεψη «μέχρι την εισαγωγή του οριστικού καθεστώτος» του ΦΠΑ σε όλη την Ε.Ε, «η Ελλάδα (να) μπορεί να εφαρμόζει στους νομούς Λέσβου, Χίου, Σάμου, Δωδεκανήσου, Κυκλάδων και στα νησιά Θάσος, Βόρειες Σποράδες, Σαμοθράκη και Σκύρος χαμηλότερους συντελεστές έως 30 % από τους αντίστοιχους συντελεστές που εφαρμόζονται στην ηπειρωτική Ελλάδα». Αυτή τη δυνατότητα φρόντισαν, οι ίδιοι που σήμερα εμφανίζονται σαν «τιμητές της νησιωτικότητας» να την υπονομεύσουν και να ανοίξουν το δρόμο στην τρόικα, ήδη από το πρώτο μνημόνιο, προκειμένου να απαιτήσει την κατάργησή της!

Τώρα, η συζήτηση για το οριστικό καθεστώς του ΦΠΑ, που θα ισχύει σε όλη την Ε.Ε. έχει ανοίξει με στόχο να ολοκληρωθεί μέχρι το 2020. Σε αυτή τη διαδικασία, που είναι μια διαδικασία σκληρών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους εταίρους, η Ελληνική κυβέρνηση, συμμετέχει ενεργά, Ο στόχος της , είναι να ισχύουν, για τα όλα τα νησιά, διαφορετικά καθεστώτα, από αυτά που ισχύουν στην ηπειρωτική χώρα. Σε αυτή την κατεύθυνση είναι και η προσπάθειά της, για διατήρηση των μειωμένων συντελεστών στα νησιά μας, με κάθε τρόπο και κάθε αιτιολογία, μέχρι να κλείσει η συζήτηση για το οριστικό καθεστώς που θα ισχύει μετά το 2020.

Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αντιμετωπίζει την φορολογία (άρα και τον ΦΠΑ) σαν έναν από τους άξονες, πάνω στους οποίους στηρίζεται μια ολοκληρωμένη πολίτικη προς όφελος των νησιωτών. Το μεταφορικό ισοδύναμο, τα ειδικά χρηματοδοτικά κίνητρα, η αύξηση των πόρων μέσα από το ΠΔΕ και το ΕΣΠΑ, είναι μερικοί από τους άλλους άξονες. Αυτά γίνονται πράξη γιατί αυτό είναι δίκαια για τους νησιώτες.

Ολοι αυτοί, που η μόνη πρόνοια που είχαν για δεκαετίες για εμάς τους νησιώτες, ήταν το μεταβατικό και υπό αίρεση, όπως τελικά αποδείχτηκε, καθεστώς, των «μειωμένων συντελεστών», δεν πρέπει να μιλάνε. Πολύ περισσότερο δεν μπορούν να εμφανίζονται σήμερα, μετά από τόσα χρόνια με δήθεν «προτάσεις», που όταν έπρεπε και μπορούσαν, οι ίδιοι δεν τις έκαναν πράξη.!»