Το Σαββατοκύριακο η Μυτιλήνη γιορτάζει τον πολιούχο της «Άγιο Θεόδωρο»-Την Κυριακή η λιτανεία των λειψάνων στην Μυτιλήνη
Τον
πολιούχο της Μυτιλήνης Άγιο Θεόδωρο θα γιορτάσει το ερχόμενο Σαββατοκύριακο η
Μητρόπολη της πόλης.
Πιο
συγκεκριμένα Τήν παραμονή Σάββατο 2 Μαϊου καί ὥρα 7 μ.μ. θά γίνει ὁ Πανηγυρικός Ἐσπερινός χοροστατοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας
μετ’ ἄλλων
προσκεκλημένων Μητροπολιτῶν μας.
Τήν Κυριακή
3 Μαϊου ἑορτάζει ὁ Μητροπολιτικός μας Ναός καί ἡ Ἐπαρχία Μυτιλήνης τό θαῦμα τῆς διασώσεως τῆς πόλεως καί τῆς Νήσου μας ἀπό τήν πανώλη, μέ τήν θαυματουργική ἐπέμβαση τοῦ Ἁγ. Θεοδώρου τοῦ Νεομάρτυρος, τοῦ Πολιούχου μας κατά τό ἔτος 1832.
Τήν Κυριακή 3 Μαϊου, θά τελεσθεῖ ἡ Πανηγυρική Ἀρχιερατική Θ. Λειτουργία καί στό τέλος αὐτῆς ἡ καθιερωμένη Ἱ. Λιτανεία τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου στήν πόλη τῆς Μυτιλήνης.
Τήν Τετάρτη
6 Μαϊου καί ὥρα 9.30 μ.μ. θά
τελεσθεῖ ἡ καθιερωμένη Ἀγρυπνία ἱερουργοῦντος τοῦ Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
Ο Άγιος Θεόδωρος
Σύμφωνα μέ
τό συναξαριστή ὁ ἅγιος γεννήθηκε
στό Νιχώρι τοῦ Βοσπόρου τό 1774 καί δούλευε μαθητευόμενος στήν ὑπηρεσία ἑνός χριστιανοῦ ζωγράφου στό παλάτι τοῦ σουλτάνου Μαχμούτ.
Παρά τήν εὐσεβῆ παιδεία του καί τήν ἐκ νεότητος ἐντρύφηση στίς Γραφές καί τήν προσευχή, τά πλανερά θέλγητρα τῶν κοσμικῶν ἀπολαύσεων καί τῆς τρυφῆς τόν ἔκαναν νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό καί νά ἀσπασθεῖ τό Ἰσλάμ.
Μετά ἀπό τρία χρόνια σαρκικοῦ καί ἐπιπόλαιου βίου στήν αὐλή, μιά τρομερή ἐπιδημία πού ἔσπειρε τόν θάνατο σέ ἀνθρώπους κάθε κοινωνικῆς τάξης μέχρι καί τοῦ σουλτανικοῦ περιβάλλοντος, τόν ἔκανε νά συναισθανθεῖ τήν ματαιότητα τῶν ἀπολαύσεων τοῦ κόσμου τούτου.
Ἐρχόμενος στόν ἑαυτό του ἔφυγε κρυφά ἀπό τό παλάτι, καί ἀφοῦ χρίσθηκε μέ τό Ἅγιο Μύρο ἦλθε στή Χίο, ὅπου πέρασε λίγο καιρό κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση ἑνός πνευματικοῦ γέροντα.
Οἱ ἐπανειλημμένες ἐξομολογήσεις, ἡ μετάληψη τῶν ἀχράντων μυστηρίων, ἡ ἀνάγνωση τῶν ἄθλων τῶν Νεομαρτύρων, ὅπως τοῦ ἁγίου Πολυδώρου (3 Σεπτεμβρ.) τόν ὁδήγησαν στόν ἀπόφαση νά σφραγίσει τή μετάνοιά του χύνοντας ὁ ἴδιος τό αἷμα του γιά τόν Κύριο.
Ἦρθε στή Μυτιλήνη καί τήν Πέπμτη τῆς πρώτης ἑβδομάδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς τοῦ ἔτους 1795 παρουσιάσθηκε στόν δικαστή καί ὁμολόγησε τήν πίστη του, λέγοντας ''Εἶμαι χριστιανός''.
Ἀκολούθησαν μαστιγώσεις, ξυλοδαρμοί, φυλακίσεις καί στή συνέχεια στερέωσαν τούς κροτάφους του μέ δύο τοῦβλα πού ἔσφιγγαν τόσο δυνατά μέ ἕνα σχοινί, ὥστε τά μάτια του νά βγοῦν τελικά ἀπό τίς κόγχες τους.
Ἀφοῦ ὁμολόγησε γιά τελευταία φορά τό Χριστό, τό κρέμασαν στήν ἀγχόνη, ἀλλά τό σχοινί ἔσπασε καί ὁ Θεόδωρος ἔπεσε στή γῆ πληγώνοντας τά γόνατά του.
Τόν ξανακρέμασαν καί τέλος ἔλαβε τόν πολυπόθητο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Γιά τρεῖς μέρες οἱ χριστιανοί ἔτρεχαν ἀπό ὅλα τά μέρη γιά νά κόψουν ἕνα κομματάκι ἀπό τό ἔνδυμά του καί νά τό βουτήξουν στό τίμιο αἷμα του πού δέν σταματοῦσε νά τρέχει ἀπό τίς πληγές του, ἐνῶ πραγματοποιοῦνταν πλῆθος ἰάσεις.
Στή συνέχεια ὁ ἅγιος Θεόδωρος κηδεύτηκε μέ εὐλάβεια στήν περιοχή τῆς Χρυσομαλλούσης.
Παρά τήν εὐσεβῆ παιδεία του καί τήν ἐκ νεότητος ἐντρύφηση στίς Γραφές καί τήν προσευχή, τά πλανερά θέλγητρα τῶν κοσμικῶν ἀπολαύσεων καί τῆς τρυφῆς τόν ἔκαναν νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό καί νά ἀσπασθεῖ τό Ἰσλάμ.
Μετά ἀπό τρία χρόνια σαρκικοῦ καί ἐπιπόλαιου βίου στήν αὐλή, μιά τρομερή ἐπιδημία πού ἔσπειρε τόν θάνατο σέ ἀνθρώπους κάθε κοινωνικῆς τάξης μέχρι καί τοῦ σουλτανικοῦ περιβάλλοντος, τόν ἔκανε νά συναισθανθεῖ τήν ματαιότητα τῶν ἀπολαύσεων τοῦ κόσμου τούτου.
Ἐρχόμενος στόν ἑαυτό του ἔφυγε κρυφά ἀπό τό παλάτι, καί ἀφοῦ χρίσθηκε μέ τό Ἅγιο Μύρο ἦλθε στή Χίο, ὅπου πέρασε λίγο καιρό κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση ἑνός πνευματικοῦ γέροντα.
Οἱ ἐπανειλημμένες ἐξομολογήσεις, ἡ μετάληψη τῶν ἀχράντων μυστηρίων, ἡ ἀνάγνωση τῶν ἄθλων τῶν Νεομαρτύρων, ὅπως τοῦ ἁγίου Πολυδώρου (3 Σεπτεμβρ.) τόν ὁδήγησαν στόν ἀπόφαση νά σφραγίσει τή μετάνοιά του χύνοντας ὁ ἴδιος τό αἷμα του γιά τόν Κύριο.
Ἦρθε στή Μυτιλήνη καί τήν Πέπμτη τῆς πρώτης ἑβδομάδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς τοῦ ἔτους 1795 παρουσιάσθηκε στόν δικαστή καί ὁμολόγησε τήν πίστη του, λέγοντας ''Εἶμαι χριστιανός''.
Ἀκολούθησαν μαστιγώσεις, ξυλοδαρμοί, φυλακίσεις καί στή συνέχεια στερέωσαν τούς κροτάφους του μέ δύο τοῦβλα πού ἔσφιγγαν τόσο δυνατά μέ ἕνα σχοινί, ὥστε τά μάτια του νά βγοῦν τελικά ἀπό τίς κόγχες τους.
Ἀφοῦ ὁμολόγησε γιά τελευταία φορά τό Χριστό, τό κρέμασαν στήν ἀγχόνη, ἀλλά τό σχοινί ἔσπασε καί ὁ Θεόδωρος ἔπεσε στή γῆ πληγώνοντας τά γόνατά του.
Τόν ξανακρέμασαν καί τέλος ἔλαβε τόν πολυπόθητο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Γιά τρεῖς μέρες οἱ χριστιανοί ἔτρεχαν ἀπό ὅλα τά μέρη γιά νά κόψουν ἕνα κομματάκι ἀπό τό ἔνδυμά του καί νά τό βουτήξουν στό τίμιο αἷμα του πού δέν σταματοῦσε νά τρέχει ἀπό τίς πληγές του, ἐνῶ πραγματοποιοῦνταν πλῆθος ἰάσεις.
Στή συνέχεια ὁ ἅγιος Θεόδωρος κηδεύτηκε μέ εὐλάβεια στήν περιοχή τῆς Χρυσομαλλούσης.
ΓΡΑΨΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ