Παρουσίαση έρευνας ΚΕΔΕ - METRON ANALYSIS για την εικόνα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Οι Δήμοι της χώρας βρίσκονται στην πρώτη
θέση των αντιπροσωπευτικών πολιτικών θεσμών, τόσο ως προς την αντιλαμβανόμενη σημασία
που έχουν για τους πολίτες, όσο και ως προς την αντιλαμβανόμενη προσφορά τους
στο κοινωνικό σύνολο.
Ωστόσο η βελτίωση της ποιότητας των
υπηρεσιών που παρέχουν οι δήμοι στους πολίτες, είναι απολύτως αναγκαία, ενώ η αποτελεσματικότερη
διαχείριση, περισσότερη ενημέρωση και διαφάνεια, ενίσχυση των αρμοδιοτήτων, πρέπει
να είναι το τρίπτυχο και η στόχευση της τοπικής αυτοδιοίκησης για τα επόμενα
χρόνια.
Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα
της έρευνας που πραγματοποίησε η ΚΕΔΕ σε συνεργασία με την METRON ANALYSIS και
η οποία παρουσιάστηκε σήμερα σε συνέντευξη Τύπου από τον πρόεδρο της ΚΕΔΕ Κώστα
Ασκούνη και τον διευθύνοντα σύμβουλο της METRON ANALYSIS Στράτο Φαναρά.
Ειδικότερα στο ερώτημα «πόσο
σημαντικοί για τη ζωή σας είναι οι παρακάτω θεσμοί και υπηρεσίες», οι δήμοι
καταλαμβάνουν την πρώτη θέση μεταξύ των αντιπροσωπευτικών θεσμών, με το 53% να απαντά
ότι έχουν μεγάλη σημασία, το 28% μέτρια και το 19% χαμηλή. Ακολουθεί η
Κυβέρνηση, οι Περιφέρειες, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το Κοινοβούλιο.
Στο ερώτημα: «πόσο νομίζετε ότι
προσφέρουν (υπηρεσίες ή βοήθεια) αυτήν την περίοδο της κρίσης στους πολίτες οι
δήμοι», το 26% αξιολογεί την προσφορά ως μεγάλη, το 44% ως μέτρια και το 30% ως
χαμηλή.
Από την έρευνα προκύπτει επίσης ότι οι
πολίτες στη συντριπτική τους πλειοψηφία – που κυμαίνεται από το 88% έως το 70%
- θεωρούν ότι οι δήμοι πρέπει να έχουν περισσότερες αρμοδιότητες, από ότι έχουν
μέχρι σήμερα. Τη πρώτη θέση στην προτίμησή τους είναι η ενίσχυση των
αρμοδιοτήτων που αφορούν στην κοινωνική πολιτική (ενίσχυση αστέγων, ανέργων,
ατόμων με ειδικές ανάγκες).
Ακολουθούν οι αρμοδιότητες που
αφορούν στους δρόμους, τους χώρους πρασίνου και αναψυχής, στις υποδομές για
θέματα υγείας, στις αθλητικές εγκαταστάσεις, σε θέματα ΑΠΕ, στις πολιτιστικές
δραστηριότητες, στα σχολικά κτίρια, στους παιδικούς σταθμούς, στην αστυνόμευση,
στην ύπαρξη θέσεων στάθμευσης, στα συστήματα μέσων μαζικής μεταφοράς.
Σε ότι αφορά στο θέμα της διαφθοράς
και στο ερώτημα αν τα τελευταία χρόνια η διαφθορά στους δήμους αυξάνεται η
παραμένει ίδια ή μειώνεται, το 48% των πολιτών θεωρεί ότι παραμένει ίδια, το
26% ότι αυξάνεται και το 24% ότι μειώνεται.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν και τα
ευρήματα για το πώς κατατάσσουν οι πολίτες τα θέματα τοπικού ενδιαφέροντος.
Πρώτο θέμα έρχεται η ανεργία, ενώ στην προ κρίσης εποχή κυριαρχούσαν θέματα
όπως η καθαριότητα και η προστασία του περιβάλλοντος. Ειδικότερα το 37% των
πολιτών κατατάσσει πρώτη την ανεργία και ενδεικτικά ακολουθούν: υπανάπτυξη-
έλλειψη υποδομών 15%, καθαριότητα 13%, εγκληματικότητα – αστυνόμευση 12%,
οικονομικό πολιτών 12%, οδικό δίκτυο 9%, συγκοινωνίες 6%, ιατρική περίθαλψη 6%,
διαφθορά 2%, έλλειψη σχολείων 2%, πτώση τουρισμού 2%.
Να σημειωθεί ότι ευθύνες για τα
προβλήματα αυτά αποδίδονται κατά 51% στη διακυβέρνηση της χώρας, κατά 27% στην
Τοπική Αυτοδιοίκηση, κατά 8% στους ίδιους τους πολίτες και κατά 6% σε διεθνείς
παράγοντες.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης το εύρημα
ότι στο ερώτημα, «από όλα τα επίπεδα των εκλεγμένων εκπροσώπων ποιοι νοιώθετε
να είναι πιο κοντά σας και να σας εκπροσωπούν περισσότερο», το 34% απαντούν οι
δήμαρχοι και αιρετοί της Τ.Α., το 7% οι εκπρόσωποι σε συνδικαλιστικές οργανώσεις,
το 6% οι περιφερειάρχες, το 5% οι βουλευτές και τα στελέχη των κομμάτων και
κανένας από αυτούς το 47%.
Τέλος οι πολίτες στις περιοχές τους
νοιώθουν ικανοποιημένοι κατά 85% από την λειτουργία των ΚΕΠ, κατά 76% από τις βασικές υποδομές σε
νερό και κατά 65% από την πρόσβασή τους στο ίντερνετ.
Ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ Κώστας Ασκούνης συνοψίζοντας τα συμπεράσματα της
έρευνας σημείωσε τα εξής:
q Η πρωτοβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση (οι Δήμοι της χώρας)
βρίσκονται στην πρώτη θέση των
αντιπροσωπευτικών πολιτικών θεσμών που διερευνήθηκαν, τόσο ως προς την
αντιλαμβανόμενη σημασία που
έχουν για τους πολίτες, όσο και ως προς την αντιλαμβανόμενη προσφορά τους στο κοινωνικό σύνολο.
q Επομένως μία στρατηγική ανάκαμψης της εμπιστοσύνης της
κοινωνίας προς το πολιτικό σύστημα πρέπει να συνυπολογίζει τις δυνατότητες της
Τοπικής Αυτοδιοίκησης και να διερευνήσει την πιθανότητα ενίσχυσης των
αρμοδιοτήτων της, ώστε να φέρει «πιο κοντά» στους πολίτες τις υπηρεσίες που
προσφέρει το κράτος. Η παρατήρηση αυτή επιβεβαιώνεται και από τη διερεύνηση
δώδεκα θεματικών περιοχών και τη σχέση τους με την τοπική αυτοδιοίκηση. Και για
τις δώδεκα οι πολίτες θα ήθελαν η τοπική αυτοδιοίκηση να αναλάβει περισσότερες
αρμοδιότητες και κυρίως σε θέματα κοινωνικής πολιτικής (88%).
q Η πορεία ανάκαμψης της πολιτικής εμπιστοσύνης δεν θα
είναι ούτε εύκολη, ούτε ευθύγραμμη. Η καχυποψία, αν όχι η απαξίωση, είναι
διάχυτη. Σε ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας (το οποίο πάντως δεν είναι η
απόλυτη πλειοψηφία) υπάρχει η
αντίληψη ότι η διαφθορά συνεχίζει να αυξάνεται (41%) ωστόσο και στον τομέα αυτό, η
πρωτοβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση φαίνεται να διαθέτει πολύ μεγαλύτερη κοινωνική
εμπιστοσύνη αφού το ποσοστό όσων θεωρούν ότι στο χώρο της αυξάνεται η διαφθορά
περιορίζεται μόλις στο 24%.
q Βέβαια, η πρώτη θέση που δίνουν οι πολίτες στην
αξιολόγηση και τη σημασία της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης μεταξύ των
δημοκρατικών αντιπροσωπευτικών θεσμών, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολλά για
να βελτιώσει.
q Η βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχει,
είναι απολύτως αναγκαία. Σχεδόν δύο στους τρεις πολίτες θεωρούν ότι η σχέση
τιμής-ποιότητας των υπηρεσιών που λαμβάνουν σε τοπικό επίπεδο, δεν είναι καλή.
Μπορεί να κυριαρχεί η αίσθηση ότι τα προβλήματα ξεκινούν κυρίως από αδυναμίες
της κεντρικής διακυβέρνησης, ωστόσο οι απαιτήσεις βελτίωσης των υπηρεσιών δεν
εξαντλούνται εκεί. Η απαίτηση για καλύτερη διαχείριση του Δημόσιου χρήματος
αφορά σε όλες τις βαθμίδες διοίκησης.
q Αποτελεσματικότερη διαχείριση, περισσότερη ενημέρωση
και διαφάνεια, ενίσχυση των αρμοδιοτήτων, αυτό πρέπει να είναι το τρίπτυχο και
η στόχευση της τοπικής αυτοδιοίκησης για τα επόμενα χρόνια, έτσι τουλάχιστον
όπως προκύπτει από τα ερευνητικά δεδομένα.
Ταυτότητα της έρευνας: Η έρευνα ήταν τηλεφωνική,
πραγματοποιήθηκε σε πανελλαδικό επίπεδο από 15 έως 21 Μαΐου. Το μέγεθος του
δείγματος ανέρχεται σε 1.203 άτομα, ηλικίας 18 ετών και άνω.
ΓΡΑΨΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ